Καρούλια

Καρούλια
Καρούλια η
Карули – последняя пята земли на Святой Горе. Самое аскетичное место на Афоне, пустыня, где располагаются каливы и кельи монахов-пустынников. Карули находятся на самой оконечности полуострова (ниже, чем Катунаки), на склонах афонской горы, отвесно спускающейся в море. В Карули идет тропа из скита Святой Анны
Этим.
< καρούλι «катушка, блок». Это название происходит от того, что монахи-пустынники опускали корзины, подвешенные на катушках, чтобы проплывающие мимо могли положить в них еду

Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко). 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "Καρούλια" в других словарях:

  • Καρούλια — Βραχώδεις σπηλιές στο Άγιον Όρος, όπου μονάζουν ερημίτες. Βλ. λ. Άγιον Όρος …   Dictionary of Greek

  • Karoulie — 40°07′21.45″N …   Wikipédia en Français

  • Agion Oros — Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία Άγιον Όρος (gr.) Aftonomi Monastiki Politia Agion Oros (gr.) Autonome Mönchsrepublik Heiliger Berg Autonome Mönchsrepublik Athos …   Deutsch Wikipedia

  • Athos — Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία Άγιον Όρος (gr.) Aftonomi Monastiki Politia Agion Oros (gr.) Autonome Mönchsrepublik Heiliger Berg Autonome Mönchsrepublik Athos …   Deutsch Wikipedia

  • Ayion Oros — Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία Άγιον Όρος (gr.) Aftonomi Monastiki Politia Agion Oros (gr.) Autonome Mönchsrepublik Heiliger Berg Autonome Mönchsrepublik Athos …   Deutsch Wikipedia

  • Berg Athos — Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία Άγιον Όρος (gr.) Aftonomi Monastiki Politia Agion Oros (gr.) Autonome Mönchsrepublik Heiliger Berg Autonome Mönchsrepublik Athos …   Deutsch Wikipedia

  • GR-69 — Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία Άγιον Όρος (gr.) Aftonomi Monastiki Politia Agion Oros (gr.) Autonome Mönchsrepublik Heiliger Berg Autonome Mönchsrepublik Athos …   Deutsch Wikipedia

  • Mönchsrepublik Athos — Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία Άγιον Όρος (gr.) Aftonomi Monastiki Politia Agion Oros (gr.) Autonome Mönchsrepublik Heiliger Berg Autonome Mönchsrepublik Athos …   Deutsch Wikipedia

  • ιστία — Πανιά από φυσικό ή συνθετικό ύφασμα που εκμεταλλεύονται τον άνεμο ως κινητήρια δύναμη για τα ιστιοφόρα σκάφη. Η ωφέλιμη δύναμη για την πρόωση δίνεται από τη διαφορά πίεσης μεταξύ της εξωτερικής και της εσωτερικής πλευράς του ι. (φαινόμενο… …   Dictionary of Greek

  • καραγκιόζης — Ελληνική παραλλαγή του θεάτρου σκιών, μιας τέχνης που είναι διαδεδομένη σε ολόκληρη την Ανατολή, με κεντρικό ήρωα την ομώνυμη φιγούρα. Η καταγωγή του Κ. παραμένει αδιευκρίνιστη. Έρευνες που έχουν διεξαχθεί κατά καιρούς έχουν επιχειρήσει να… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»